Κυριακή 26 Ιουνίου 2016

« Εἶδα τόν Χριστό μπροστά μου καί μοῦ εἶπε…»



Αναμνήσεις τού Γέροντα Συμεών Αγιορείτη, Ξενοφωντινού (1893-1984)


--- Θυμᾶμαι, ὅταν ἤμουν 55-60 ἐτῶν, εἶχα μία μεγάλη ἀπορία. 
῎Ηθελα νά μάθω πῶς εἶναι ὁ Χριστός. Προσεύχομαι συνεχῶς, ἀλλά ποτέ δέν τόν εἶδα μέ τά μάτια μου πῶς εἶναι. Εἶναι ἄραγε, ἄνθρωπος ὅμοιος μέ ἐμένα;

῎Ετσι συχνά ρωτοῦσα τόν Χριστό μέ τόν λογισμό μου:
---«Πῶς εἶσαι Χριστέ μου; ῎Εχεις στόμα, χέρια, μάτια, πόδια; Περπατᾶς ὅπως ἐμεῖς; Τώρα ποῦ βρίσκεσαι καί ἀπό ποῦ ἔρχεσαι ὅταν σέ καλῶ στήν προσευχή μου; Πῶς εἶσαι ἐδῶ καί συγχρόνως βρίσκεσαι καί στούς Οὐρανούς;
῾Οπότε, μία νύκτα, πρίν κτυπήσῃ ἡ καμπάνα γιά τήν ἀκολουθία τοῦ Μεσονυκτικοῦ, τοῦ ῎Ορθρου καί τῆς Θείας Λειτουργίας, ἄκουσα στήν πόρτα τοῦ Κελλιοῦ μου δύο-τρεῖς κτύπους. Σηκώθηκα, ἄνοιξα, καί τί βλέπω μπροστά μου; 
῏Ηταν ἕνας Ἀρχιερέας, νέος στήν ἡλικία, μαυρογένειος,  ντυμένος τά χρυσοποίκιλτα Αρχιερατικά του ἄμφια. Τό πρόσωπό του ἦταν λουσμένο μέσα σ᾿ ἕνα ὑπερκόσμιο καί ὑπερφυσικό φῶς. 
῞Οταν Τόν εἶδα, (τότε δέν εἶχα ακόμη χάσει τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου), θαμπώθηκα ἀπό τήν λάμψη του. ῎Εκανα δύο τρία βήματα πρός τά πίσω φοβούμενος, καί ψιθύρισα τό «Κύριε ἐλέησον». ῎Εκανα ἐναγωνίως τόν σταυρό μου καί τόν ἐρώτησα διστακτικά:
--- Ποῖος εἶσαι, Ἄνθρωπέ μου; Πῶς ἦλθες τέτοια ὥρα στό κελλί μου; Δέν μοιάζεις γιά ἁπλός ἄνθρωπος. Κάποιος ῞Αγιος Δεσπότης θά εἶσαι.  Ποιό εἶναι τό ὄνομά σου;

--- Ἐγώ εἶμαι Ἐκεῖνος πού ἐπιθυμοῦσες νά γνωρίσῃς, μού είπε. 
Θά σέ ἐπισκεφθῶ γιά δεύτερη καί τελευταία φορά στό τέλος τῆς ζωῆς σου γιά νά σέ πάρω κοντά μου...


Μετά ἀπ᾿ αὐτά τά λόγια ἐξαφανίσθηκε ἀπό κοντά μου. Κατάλαβα, ὅτι αὐτός ἦταν ὁ Δεσπότης Χριστός, τοῦ ὁποίου τήν ἀνθρώπινη μορφή ἤθελα νά γνωρίσω τόν τελευταῖο καιρό. Μετά τήν ἀναχώρησί Του, ἡ καρδιά μου γέμισε ἀπό μία ἀπερίγραπτη χαρά καί γλυκύτητα. Τόν ἐδόξασα καί Τόν εὐχαριστοῦσα γι᾿ αὐτή τήν μεγάλη ἐπίσκεψί Του σ᾿ ἐμένα, τόν ἄθλιο καί ἄσωτο…
***
--- Κάποια άλλη φορά, ἀνοίγει ἡ πόρτα τοῦ Κελλιοῦ μου. Δέν ἄκουσα ἀπ᾿ ἔξω τό: «Δι᾿ εὐχῶν τῶν ῾Αγίων…» γιά ν᾿ ἀπαντήσω ἐγώ μέ τό «Ἀμήν», καί ἔτσι νά μπῇ ὁ ἐπισκέπτης μέσα.
Παραξενεύτηκα λοιπόν ποῖος νά ἦτο ὁ Ἐπισκέπτης πού ἔμπαινε μέσα, χωρίς νά κτυπήσῃ τήν πόρτα.
Ἀνοίγω τά μάτια μου, καί βλέπω νά μπαίνῃ μέσα ἡ Κυρία Θεοτόκος, τῆς ὁποίας τό πρόσωπον ἔλαμπε σάν τόν ἥλιο. Στάθηκε ἐπάνω ἀπό τό κρεββάτι μου.


Μοῦ ἔκανε ἐντύπωσι πού στεκόταν στόν ἀέρα. Δέν πατοῦσε πουθενά, καί μέ κύτταζε στά μάτια.
Ἐγώ ἀπό τόν φόβον μου ἔτρεμα καί δέν τῆς εἶπα τίποτε. Ἐκείνη, ἐσταύρωσε τό μέρος ὅπου πονοῦσα, μέ εὐλόγησε καί ἐξαφανίσθηκε ἀπό τό ταβάνι. Ναί, ἀλήθεια, σοῦ λέγω παιδί μου, εἶδα ὅτι ἄνοιξε τό ταβάνι καί ἔφυγε…»

από το βιβλίο: «ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΓΕΡΟΝΤΑΔΕΣ ΤΟΥ ΑΘΩΝΟΣ» – Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου ( ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΟΣΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ, ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΑΘΩ, 2005)
-----------------------------------------------------------------------------------



Το  γατάκι  του καλόγερου…

«…Είχε έρθει λοιπόν στο Καλύβι μου ένα ξένο γατάκι. Το καημένο, φαίνεται , κάτι είχε φάει που το πείραξε και ζητούσε βοήθεια. Χτυπιόταν από τον πόνο και πεταγόταν σαν το χταπόδι, όταν το χτυπούν… Το λυπόμουν που το έβλεπα σ’ αυτήν την κατάσταση, αλλά δεν μπορούσα να κάνω τίποτε. Το σταύρωνα, το ξανασταύρωνα, τίποτε!

--- «Βρε ταλαίπωρε, λέω τότε στον εαυτό μου, δεν βλέπεις τα χάλια σου; Τόσα χρόνια καλόγερος είσαι, και ούτε ένα γατί δεν μπορείς να βοηθήσεις!».

Μόλις ελεεινολόγησα τον εαυτό μου, εκεί που το γατάκι κόντευε να ψοφήσει , αμέσως συνήλθε. Ήρθε κοντά μου, μου έγλειφε τα πόδια και έκανε χαρούμενο όμορφες τούμπες…
Τι δύναμη έχει η ταπείνωση! Γι’ αυτό λέει: «Εν τη ταπεινώσει ημών εμνήσθη ημών ο Κύριος».
Έχω προσέξει λοιπόν ότι αρκεί ένας ταπεινός λογισμός να κάνει τον άνθρωπο να λάμπει, να ακτινοβολεί...
Όταν ο άνθρωπος παίρνει όλο το σφάλμα πάνω του , τον λούζει η Χάρις του Θεού.

Ήρθε προχτές ένας γιατρός που έχει πολλά παιδιά και μου είπε: «Πάτερ μου, έχω πολλή υπερηφάνεια και γίνεται αιτία η δική μου υπερηφάνεια να κάνουν αταξίες τα παιδιά». Και το έλεγε αυτό μπροστά στα παιδιά του και τα μάτια του ήταν βουρκωμένα , αλλά το πρόσωπό του έλαμπε! Το ίδιο πρόσεξα προ ημερών και εδώ. Ήρθαν μερικές αδελφές να συζητήσουμε. Είπαμε διάφορα˙ αναγκάστηκα να τις μαλώσω πολύ.
Μία από αυτές δεν βοηθήθηκε καθόλου˙ κρύα ήρθε, κρύα έφυγε˙ μόνον εκεί πέρα έλεγε τα κουσούρια των άλλων χαρτί και καλαμάρι- βλέπεις , όποιος δεν κάνει δουλειά στον εαυτό του, έχει αυτό το ..χάρισμα!

Μία άλλη στριμώχθηκε, μέχρι που έκλαψε . Ταπεινώθηκε , αλλά μετά έλαμπε το πρόσωπό της. Βλέπετε τι κάνει ένας ταπεινός λογισμός με συντριβή! Αμέσως πάνε όλα τα κουσούρια στην άκρη, τακτοποιείται ο άνθρωπος και ακτινοβολεί το πρόσωπό του˙ ενώ με έναν λογισμό υπερήφανο ή βλάσφημο σκοτεινιάζει.
Όσο ανεβάζει πνευματικά την ψυχή μας ένας πολύ ταπεινός λογισμός που θα φέρη για μια στιγμή ο άνθρωπος, δεν την ανεβάζουν χρόνια ολόκληρα αγώνες υπερφυσικοί.
- Γέροντα, αν κάποιος είναι υπερήφανος και βάλη έναν ταπεινό λογισμό , θα τον βοηθήση ο Θεός;
- Εμ, αν βάλη έναν ταπεινό λογισμό δεν θα είναι υπερήφανος˙ θα είναι ταπεινός και θα τον βοηθήση ο Θεός.

Ο άνθρωπος είναι τρεπτός˙ πάει μία από ‘δω- μια από ‘κει, ανάλογα με το τι λογισμό έχει. Ο υπερήφανος , αν βάλη έναν ταπεινό λογισμό , βοηθιέται. Και ο ταπεινός , αν φέρη έναν υπερήφανο λογισμό , παύει να είναι ταπεινός. Είναι κανείς σε καλή πνευματική κατάσταση;
Αν υπερηφανευθή , τον εγκαταλείπει η Χάρις του θεού και φθάνει σε άσχημη κατάσταση. Είναι σε άσχημη κατάσταση ,γιατί έκανε λ.χ. κάποιο σφάλμα; Αν συναισθανθή το σφάλμα του και μετανοήση ειλικρινά, έρχεται η ταπείνωση και φθάνει σε καλή κατάσταση, γιατί η ταπείνωση φέρνει την Χάρη του Θεού. Αλλά, για να γίνη η ταπείνωση μόνιμη κατάσταση στον άνθρωπο, ώστε να παραμείνη μέσα του η Χάρις του Θεού, χρειάζεται δουλειά πνευματική.

Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Ε΄
ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»

ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ



Δεν υπάρχουν σχόλια: